- αετοφωλιά
- kartal yuvası
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
αετοφωλιά — αετοφωλιά, η και αϊτοφωλιά, η η φωλιά του αϊτού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αετοφωλιά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 99 κάτ.), στην πρώην επαρχία Μεσσήνης του νομού Μεσσηνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αριστομένους. * * * και αϊτοφωλιά, η φωλιά αετού … Dictionary of Greek
αετονοσσιά — και αϊτονοσσιά, η η αετοφωλιά*. [ΕΤΥΜΟΛ. < αετός + νοσσιά] … Dictionary of Greek
Γκρίφιθ, Ντέιβιντ Γουόρκ — (David Wark Griffith, Λα Γκρανζ, Κεντάκι 1875 – Χόλιγουντ 1948). Αμερικανός σκηνοθέτης και παραγωγός του κινηματογράφου. Ηθοποιός και σεναριογράφος, πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο ερμηνεύοντας έναν ρόλο στην ταινία του ‘Evτουιν Πόρτερ… … Dictionary of Greek